Οι περισσότεροι από εμάς, ήρθαμε σε αυτή τη ζωή μέσα σε μια
οικογένεια. Ανατραφήκαμε και πειραματιστήκαμε στην ασφάλειά της, διαμορφώσαμε
την ταυτότητά μας και βρήκαμε τους ρόλους, που επιθυμούμε εμείς ή και οι άλλοι
για εμάς, να παίξουμε στη ζωή. Μετά αμφισβητήσαμε
τις αξίες της και την ιεραρχία. Πήραμε κιμωλίες και χαράξαμε όρια διεκδικώντας
την ανεξαρτησία μας. Και αφού μετά από αμοιβαίες υποχωρήσεις, διαπραγματεύσεις
και συνθήκες ειρήνης ανακαλύψαμε που είναι ο εαυτός μας και που είναι οι άλλοι
κάναμε τα πρώτα βήματά μας έξω από την οικογένεια.
Πόσο όμως κουβαλάμε την οικογένειά μας;
Κάποιοι απαντούν αρνητικά. Ισχυρίζονται ότι δεν θέλουν να
κάνουν τα «λάθη» των γονιών τους, ότι δεν θα ακολουθήσουν τα βήματα τους και θα
αλλάξουν πορεία.
Κι αυτό όμως δεν εξαρτάται από τα «λάθη» που έκαναν αυτοί οι
γονείς; Πως θα ορίζαμε άραγε τη διαφορετική πορεία αν δεν υπήρχε η
προδιαγεγραμμένη;
Αν σταθούμε για μια στιγμή και παρατηρήσουμε τον εαυτό μας
θα δούμε το αυτονόητο για κάποιους, ανεπεξέργαστο όμως για κάποιους άλλους:
πόσο συνδεδεμένοι είμαστε με τις οικογένειές μας; Η ιστορία ξεκινάει από την
αρχή της ζωής μας όπου όλοι σπεύδουν να πουν σε ποιόν μοιάζουμε εμφανισιακά ίσως
για να επιβεβαιώσουμε τη συνέχεια των γονιδίων μας. Από τα «κουσούρια» που
κληρονομήσαμε, αφού φαίνεται να είναι πολύ σημαντικό να κρατήσουμε το «πείσμα»
του παππού, ή την «εργατικότητα» της γιαγιάς για να μην ξεχαστούν κι αυτοί στο
πέρασμα του χρόνου. Και στο τώρα, με τις αξίες μας, τον τρόπο που σκεφτόμαστε,
τις δουλειές που κάνουμε, τις προσδοκίες και τα όνειρά μας. Τι άραγε από αυτά
είναι εξ’ ολοκλήρου δικό μας;
Δεν θα μπορούσα βέβαια να υποστηρίξω ότι είμαστε μόνο μια
κλωνοποίηση του κράματος των γονιών μας.
Σε μια χώρα όπου ο θεσμός της οικογένειας παίζει κεντρικό
ρόλο, που είναι εκεί για να στηρίξει και
να σώσει, να νουθετήσει και να συμβουλέψει ίσως είναι φυσικό επόμενο να
φέρουμε στοιχεία και πρότυπα επικοινωνίας των οικογενειών μας στη δική μας ζωή.
Δεν ξέρω βέβαια πόσο αυτό είναι τελικά μόνο χαρακτηριστικό των Ελλήνων, και
πόσο δεν υπάρχει στις άλλες χώρες που τα παιδιά φεύγουν από το σπίτι στα 18
τους.
Δεν ξέρω αν ποτέ αυτό θα αλλάξει. Δεν ξέρω κι αν πρέπει να
αλλάξει. Αυτό που κάνει όμως τη διαφορά είναι να σταθούμε και να ακούσουμε τον
εαυτό μας όταν μαλώνει με το σύντροφό του, όταν συμβουλεύει τους φίλους του,
όταν κρίνει τους άλλους, όταν υποστηρίζει τις θέσεις του και διαφωνεί, ακόμα κι
όταν κάνει χιούμορ, και να αναρωτηθούμε: Τι άραγε από αυτά έχει κάτι από τις
αποσκευές που κουβαλάμε από το πατρικό μας;
Nίκη Δεδούση
Ψυχολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου